Τα ποίο θανατηφόρα ζώα στον κόσμο
Οι 10 φονικότεροι εκπρόσωποι του ζωικού βασιλείου.Τα ζώα που ακολουθούν δεν δείχνουν να έχουν ιδιαίτερη «συμπάθια» στο ανθρώπινο γένος. Κάθε άλλο μάλιστα, καθώς κάθε χρόνο ανάμεσα στα θύματα τους, εκτός από άλλα ζώα, περιλαμβάνονται και άνθρωποι.Η λίστα που ακολουθεί, περιλαμβάνει τους 10 πλέον φονικούς εκπροσώπους του ζωικού βασιλείου
Μέδουσα
Οι μέδουσες είναι θαλάσσια ασπόνδυλα της τάξης των Σκυφόζωων. Πρόκειται για πλαγκτονικούς οργανισμούς, οι οποίοι απαντώνται σε όλες τις θάλασσες του κόσμου. Αντιπροσωπεύουν το κυρίαρχο στάδιο του βιολογικού κύκλου των Κοιλεντερωτών, Υδρόζωων (υδρομέδουσες, που έχουν ένα κράσπεδο , που περιβάλλει την κοιλότητα που σχηματίζεται κάτω από την «ομπρέλα» τους) και Σκυφόζωων (που δεν έχουν κράσπεδο) (σκυφομέδουσες). Ζουν σε ομάδες και το τσίμπημά τους προκαλεί κνησμό και παράλυση της λείας τους. Τρέφονται με μικρά ψάρια και ζωοπλαγκτόν, τα οποία συλλαμβάνουν με τα πλοκάμια τους. Είναι γνωστότερες με την κοινή ονομασία τσούχτρες.Το σώμα της μέδουσας έχει σχήμα καμπάνας και παράγει μια ζελατινώδη ουσία. Στην περιφέρεια έχουν πλοκάμια και αισθητήρια όργανα, Το κάθε πλοκάμι καλύπτεται με κύτταρα, που καλούνται κνιδοκύτταρα ή κνιδοκύστεις και μπορούν να τσιμπήσουν ή και να σκοτώσουν ζώα. Τα κύτταρα αυτά υπάρχουν και στο στόμα τους. Οι πιο πολλές μέδουσες χρησιμοποιούν τα κύτταρα αυτά για εξασφάλιση τροφής και για άμυνα. Άλλες δεν έχουν καθόλου πλοκάμια. Έχουν πολλά μικρά μάτια στο κωδωνοειδές σώμα τους, που τις επιτρέπει να έχουν όραση 360 μοιρών.Αν και στερούνται βασικών αισθητηρίων οργάνων και δεν έχουν εγκέφαλο, το νευρικό τους σύστημα τις επιτρέπει να αντιλαμβάνονται ερεθίσματα, όπως το φως και η οσμή και να αντιδρούν γρήγορα σε αυτά. Κολυμπούν πολύ αργά, καθώς δεν έχουν υδροδυναμικό σώμα. Αντ’ αυτού, κινούνται με τέτοιον τρόπο ώστε να δημιουργούν ρεύματα, αναγκάζοντας τη λεία τους να φτάσει στα πλοκάμια τους. Η κίνηση αυτή γίνεται ρυθμικά με άνοιγμα και κλείσιμο του σώματός τους που μοιάζει με καμπάνα. Η πυκνότητά τους είναι σχεδόν ίση με την πυκνότητα του νερού.
Το κουνούπι του Νείλου
Το κουνούπι είναι ένα δίπτερο μικρό έντομο, με τέτοια κατασκευή σώματος ώστε, να μπορεί να πετά όχι μόνο σε κοντινές αποστάσεις, αλλά και πολύ μακρύτερα. Έχει σώμα μακρόστενο, στρογγυλό κεφάλι, φτερά μεμβρανώδη, μακρόστενα διαφανή ή και με στίγματα, μακριά πόδια και λεπτά, με το τελευταίο πίσω ζευγάρι πιο μακρύ, θώρακα καμπουριαστό. Έχει σαν κύριο χαρακτηριστικό, μία επιμήκη προβοσκίδα η οποία βγαίνει μέσα από τη στοματική του κοιλότητα.
Τρέφεται με νέκταρ και γύρη που βρίσκει στη φύση, αλλά το θηλυκό έχει ανάγκη και από αίμα για την ωρίμανση των αυγών του. Έτσι, το θηλυκό είναι εκείνο που απομυζά με τη προβοσκίδα του αίμα από ανθρώπους και ζώα, αλλά και που μεταφέρει και μεταδίδει τις διάφορες ασθένειες.
Το θηλυκό τρυπά το δέρμα και με τη προβοσκίδα του ρουφά το αίμα, το οποίο έχει συγκεντρωθεί στο σημείο εκείνο, αφού συγχρόνως με το τσίμπημα έχει διοχετεύσει αιμολυτικές και αντιισταμινικές ουσίες, που προκαλούν ερεθισμό έντονο και κνησμό.
Τρέφεται με νέκταρ και γύρη που βρίσκει στη φύση, αλλά το θηλυκό έχει ανάγκη και από αίμα για την ωρίμανση των αυγών του. Έτσι, το θηλυκό είναι εκείνο που απομυζά με τη προβοσκίδα του αίμα από ανθρώπους και ζώα, αλλά και που μεταφέρει και μεταδίδει τις διάφορες ασθένειες.
Το θηλυκό τρυπά το δέρμα και με τη προβοσκίδα του ρουφά το αίμα, το οποίο έχει συγκεντρωθεί στο σημείο εκείνο, αφού συγχρόνως με το τσίμπημα έχει διοχετεύσει αιμολυτικές και αντιισταμινικές ουσίες, που προκαλούν ερεθισμό έντονο και κνησμό.
Βόας
Ο βόας είναι γένος ερπετών, που ανήκουν στην οικογένεια των Βοϊδών και στην τάξη των Λεπιδωτών. Πρόκειται για μη δηλητηριώδες φίδι, το οποίο απαντάται στην Αμερική, στην Αφρική, στην Ευρώπη και στην Ασία, όπως επίσης και σε μερικά νησιά του Ειρηνικού Ωκεανού. Συνήθως τα θηλυκά είναι μεγαλύτερα σε μέγεθος από τα αρσενικά. Δύο υποομοταξίες απαρτίζουν 8 γένη και 43 είδη, τα οποία αναγνωρίζονται σήμερα. Κυριότερο είδος είναι ο βόας ο συσφιγκτήρ, που είναι ένα από τα μεγαλύτερα φίδια, με μήκος που φθάνει τα 5-6 μέτρα. Είναι ζώο νυκτόβιο και ζει επάνω στα δένδρα ή στο έδαφος. Οι ιθαγενείς των περιοχών που βρίσκεται τον κυνηγούν για το νόστιμο κρέας του, που μοιάζει με του ψαριού, αλλά και για το δέρμα του.Το στόμα και το σώμα του βόα έχουν μεγάλη διασταλτικότητα. Αυτό επιτρέπει στο ερπετό να καταπίνει ολόκληρη την τροφή του. Τα περισσότερα είδη έχουν έναν λειτουργικό αριστερό πνεύμονα, ο οποίος σε πολλά είδη είναι μεγαλύτερος κατά τα τρία τέταρτα από το δεξιό. Το δέρμα του φιδιού έχει την ιδιότητα να αλλάζει χρώμα ανάλογα με τις συνθήκες του περιβάλλοντος. Οι αποχρώσεις είναι μεταλλικές και το χρώμα τους είναι συνήθως σκούρο κίτρινο ή λαδί με κηλίδες ή λουρίδες άλλου χρώματος.
Βούβαλος
Ο Βούβαλος είναι γένος μεγάλων αρτιοδάκτυλων μηρυκαστικών θηλαστικών που συγγενεύει με το βόδι γι΄ αυτό και ανήκει στην οικογένεια των βοειδών. Χαρακτηριστικότερο είδος είναι ο Βούβαλος η βούβαλις συνών. Κατάγεται από τις Ινδίες, από όπου τον 5ο αι. μ.Χ. με τις επιδρομές του Αττίλα, διαδόθηκε σε πολλά μέρη και εξημερώθηκε. Πρόκειται για μεγαλόσωμα ζώα που το ύψος του κυμαίνεται από 1 - 1,50 μ. στο ακρώμιο και το βάρος τους, το οποίο ποικίλλει, μπορεί να φτάσει τα 200 κιλά. Το τρίχωμά του έχει χρώμα μαύρο, κοκκινωπό ή τεφρό. Είναι αραιό ή πυκνό, ανάλογα με την εποχή ή τη χώρα στην οποία ζει. Το καλοκαίρι μοιάζει σαν μη έχει καθόλου τρίχωμα. Το αρσενικό έχει μεγάλα και τοξοειδή κέρατα που σχηματίζουν ένα είδος στεφάνης με περίμετρο περίπου 1,80 μ. Είναι ζώα ανθεκτικά στις ασθένειες και στο κρύο, χορτοφάγα που βόσκουν την αυγή και το δειλινό, ενώ τις υπόλοιπες ώρες της ημέρας μένουν ξαπλωμένα μηρυκάζοντας την τροφή τους. Το θηλυκό γεννά ένα μικρό μετά από κυοφορία 310 ημερών. Σε ηλικία 4 -5χρόνων το μικρό είναι ώριμο άτομο. Η διάρκεια της ζωής του είναι κατά μέσο όρο 17-20 χρόνια.
Βάτραχος
Ο βάτραχος είναι ένα από τα γνωστότερα αμφίβια. Το γένος των βατράχων ανήκει στην τάξη των ανούρων, που υπάγεται στα αμφίβια. Τα πιο συνηθισμένα είδη βατράχου στην Ελλάδα είναι ο βάτραχος ο πράσινος και ο βάτραχος ο κοινός.Το σώμα του βατράχου μπορεί να χωριστεί σε δύο μέρη: στο κεφάλι και τον κορμό. Το κεφάλι έχει σχήμα τριγωνικό και μπροστά υπάρχει το στόμα, που φτάνει μέχρι τ' αυτιά. Τα μάτια του βατράχου, αντίθετα από του ανθρώπου, έχουν αναπτυγμένο το κάτω βλέφαρο. Το χρώμα του σώματος των βατράχων είναι από ανοιχτό μέχρι και σκούρο καστανό και στην κοιλιά κιτρινωπό. Ο βάτραχος όμως, όπως και ο χαμαιλέοντας, μπορεί να αλλάζει χρώμα και να προσαρμόζεται καλύτερα στο περιβάλλον του, και έτσι να αποφεύγει τους εχθρούς του. Το δέρμα του είναι λείο και καλυμμένο με βλέννα.Το μέγεθος του βατράχου ποικίλει ανάλογα με το είδος του. Οι βάτραχοι κοάζουν, όταν είναι σε περίοδο αναπαραγωγής, αλλά και σ' όλες τις εποχές του χρόνου, κυρίως το βράδυ, όταν η ατμόσφαιρα είναι υγρή. Σπουδαιότεροι εχθροί του βατράχου είναι τα φίδια, οι πελαργοί, οι γερανοί και άλλα πουλιά. Εχθρός του βατράχου είναι και ο άνθρωπος, γιατί σε μερικά μέρη της Ευρώπης τα πόδια του βατράχου θεωρούνται εκλεκτός μεζές..Η αναπαραγωγή των βατράχων γίνεται κατά τους μήνες Μάρτιο και Απρίλιο. Οι βάτραχοι τρέφονται κυρίως με σκουλήκια και έντομα, που τα πιάνουν με τη βοήθεια της γλώσσας τους που είναι μακριά.