Δελφίνι
Τα δελφίνια είναι θαλάσσια θηλαστικά, που ανήκουν στην ίδια οικογένεια με τις φάλαινες. Υπάρχουν περίπου 17 γένη δελφινιών και 40 είδη. Η ονομασία αναφέρεται κυρίως στα "γνήσια δελφίνια" της υπο-οικογένειας των Δελφινιδών
Το μέγεθος των ενηλίκων ποικίλλει από 1,2 μέτρα και 40 κιλά, όπως το δελφίνι του είδους Maui's Dolphin, μέχρι 9,5 μέτρα και 10 τόνους, όπως η όρκα. Απαντώνται σε όλες σχεδόν τις θάλασσες του κόσμου, καθώς και σε ορισμένα μεγάλα ποτάμια, όπως είναι ο Αμαζόνιος και ο ποταμός Γιανγκτσέ της Κίνας. Είναι ζώα σαρκοβόρα και τρέφονται κυρίως με ψάρια και καλαμάρια. Τη νύχτα τα θηλυκά κοιμούνται στην επιφάνεια του νερού, ενώ τα αρσενικά αναδύονται κάθε μισή ώρα για να αναπνεύσουν. Η οικογένεια Δελφινίδες είναι η μεγαλύτερη των Κητωδών και από εξελικτική άποψη σχετικά νέα. Τα δελφίνια εμφανίστηκαν πριν από περίπου δέκα εκατομμύρια χρόνια, κατά το Μειόκαινο. Τα δελφίνια θεωρούνται από τα πλέον ευφυή ζώα και έχουν καταστεί δημοφιλή στους ανθρώπους εδώ και πολλούς αιώνες για την παιχνιδιάρικη συμπεριφορά τους και τη φιλική τους εμφάνιση.
Το μέγεθος των ενηλίκων ποικίλλει από 1,2 μέτρα και 40 κιλά, όπως το δελφίνι του είδους Maui's Dolphin, μέχρι 9,5 μέτρα και 10 τόνους, όπως η όρκα. Απαντώνται σε όλες σχεδόν τις θάλασσες του κόσμου, καθώς και σε ορισμένα μεγάλα ποτάμια, όπως είναι ο Αμαζόνιος και ο ποταμός Γιανγκτσέ της Κίνας. Είναι ζώα σαρκοβόρα και τρέφονται κυρίως με ψάρια και καλαμάρια. Τη νύχτα τα θηλυκά κοιμούνται στην επιφάνεια του νερού, ενώ τα αρσενικά αναδύονται κάθε μισή ώρα για να αναπνεύσουν. Η οικογένεια Δελφινίδες είναι η μεγαλύτερη των Κητωδών και από εξελικτική άποψη σχετικά νέα. Τα δελφίνια εμφανίστηκαν πριν από περίπου δέκα εκατομμύρια χρόνια, κατά το Μειόκαινο. Τα δελφίνια θεωρούνται από τα πλέον ευφυή ζώα και έχουν καταστεί δημοφιλή στους ανθρώπους εδώ και πολλούς αιώνες για την παιχνιδιάρικη συμπεριφορά τους και τη φιλική τους εμφάνιση.
Αχινιός
Οι Αχινιοί,είναι μικρά, θαλάσσια ζώα με ασβεστολιθικό σφαιρικό κέλυφος που φέρουν αγκάθια. Απαντώνται σε όλες τις θάλασσες του κόσμου. Ειδικότερα, ζουν στη λάσπη του βυθού ή σε μέρη με φύκια ή επάνω σε βράχους, σε μικρό σχετικά βάθος. Χαρακτηριστικό τους είναι τα μακριά τους αγκάθια, με τα οποία κινούνται, ενώ για την κίνησή τους χρησιμοποιούν και βαδιστικούς ποδίσκους, που έχουν σχήμα σωλήνα. Με τους ποδίσκους προσκολλώνται σε στέρεα υποστηρίγματα και επίσης αναπνέουν. Το κέλυφός τους σχηματίζει κάψα, η διάμετρος της οποίας τυπικά κυμαίνεται από 3 ως 10 εκατοστά. Τα γνωστότερα χρώματα περιλαμβάνουν το μαύρο και το σκούρο πράσινο, λαδί, καφέ, μωβ και κόκκινο. Τρέφονται κυρίως με Άλγες αλλά και με μύδια και άλλα ασπόνδυλα και κινούνται αργά. Εχθροί τους είναι οι αστερίες, τα χέλια και άλλα ζώα με τους οποίους τρέφονται. Υπάρχουν γύρω στα 700 είδη αχινών, από τα οποία αρκετά είναι εδώδιμα και αποτελούν αλιεύματα.
Θαλάσσια χελώνα
Η χελώνα είναι ερπετό. Χαρακτηριστικό τους ο οστέινος θώρακας (Χέλυο) για να προστατεύεται, την σαρκώδη γλώσσα και την απουσία δοντιών. Υπάρχουν χερσαίες, θαλάσσιες και αμφίβιες χελώνες. Ζουν και σε εύκρατα και σε τροπικά κλίματα. Ιδιαίτερο χαρακτηριστικό των χελωνών είναι το καβούκι τους, το οποίο προστατεύει το σώμα τους. Οι χελώνες αναπαράγονται κατά την καλοκαιρινή περίοδο. Γεννούν αυγά τα οποία αφήνουν σε τρύπες τις οποίες σκάβουν. Οι χελώνες στη συνέχεια δεν έχουν καμιά σχέση με τα μικρά τους, τα οποία μεγαλώνουν μόνα τους.Οι χερσαίες χελώνες ζουν αποκλειστικά στην ξηρά και υπάρχουν σήμερα περίπου 50 είδη. Τρέφονται κυρίως με φυτά αλλά θεωρείται παμφάγο ζώο. Τους χειμερινούς μήνες οι χελώνες πέφτουν σε χειμέρια νάρκη και η γονιμοποιήση τους γίνεται τους θερινούς μήνες, γεννώντας από 2 ως 12 αυγά.
Χέλια
Ανήκει στην οικογένεια των εγχελίδων και έχει σώμα φιδιού, στρογγυλωπό και πολύ μακρύ, που το μήκος του μπορεί να φτάνει το
1,50 μ. και με βάρος 5-7 κιλά. Το δέρμα του είναι πολύ ανθεκτικό, τόσο ώστε, αν του κάνουμε μια μικρή τομή στη βάση της κεφαλής μπορούμε σιγά- σιγά να το τραβήξουμε. Το κεφάλι είναι μικρό με βραγχιακά ανοίγματα πολύ λεπτά. Το χέλι είναι εφοδιασμένο με στηθαία πτερύγια, ενώ λείπουν τα κοιλιακά. Τα θηλυκά χέλια αφού γεννήσουν και γονιμοποιήσουν τα αυγά τους, σε 1.000 μ. βάθος, πιθανόν πεθαίνουν. Το αίμα των χελιών περιέχει ένα δηλητήριο ικανό να δράσει, σαν εκείνο των ερπετών, Το χέλι έχει κρέας νόστιμο που μπορεί να μαγειρευτεί φρέσκο, να γίνει παστό ή καπνιστό.
1,50 μ. και με βάρος 5-7 κιλά. Το δέρμα του είναι πολύ ανθεκτικό, τόσο ώστε, αν του κάνουμε μια μικρή τομή στη βάση της κεφαλής μπορούμε σιγά- σιγά να το τραβήξουμε. Το κεφάλι είναι μικρό με βραγχιακά ανοίγματα πολύ λεπτά. Το χέλι είναι εφοδιασμένο με στηθαία πτερύγια, ενώ λείπουν τα κοιλιακά. Τα θηλυκά χέλια αφού γεννήσουν και γονιμοποιήσουν τα αυγά τους, σε 1.000 μ. βάθος, πιθανόν πεθαίνουν. Το αίμα των χελιών περιέχει ένα δηλητήριο ικανό να δράσει, σαν εκείνο των ερπετών, Το χέλι έχει κρέας νόστιμο που μπορεί να μαγειρευτεί φρέσκο, να γίνει παστό ή καπνιστό.
Καρχαρίας
Οι καρχαρίες είναι ψάρια τρομερά επικύνδινα. Η ονομασία "καρχαρίας" προέρχεται από την αρχαία ελληνική λέξη κάρχαρον (πριόνι), λόγω του σχήματος και της διάταξης της οδοντοστοιχίας του.Οι καρχαρίες και τα μικρότερα συγγενικά τους σκυλόψαρα, γαλέοι κ.ά. έχουν ομοιογένεια μορφολογική και λειτουργική. Έχουν χόνδρινο σκελετό, μεγάλο κεφάλι, μεγάλα δόντια, σώμα επίμηκες, υδροδυναμικό, ισχυρή ουρά, με συνήθως ετερόκερκο ουραίο πτερύγιο, δέρμα τραχύ από πλακοειδή λέπια. Πρόκειται για ταχύτατους και άριστους κολυμβητές, αδηφάγα, σαρκοβόρα ψάρια. Επίσης οι περισσότεροι καρχαρίες είναι ωοζωοτόκα ζώα. Οι καρχαρίες έχουν διαφοροποιηθεί σε περίπου 440 είδη με μέγεθος από 20 εκατοστά μέχρι 15 μέτρα (φαλαινοκαρχαρίας). Ζουν κυρίως στις θερμές θάλασσες, αλλά μπορεί να τους συναντήσει κανείς σπάνια και σε μεγάλους πλωτούς ποταμούς στους οποίους εισέρχονται ακολουθώντας τα εμπορικά πλοία, με εξαίρεση τον ταυροκαρχαρία που μπορεί να ζήσει άνετα τόσο στο γλυκό όσο και αλμυρό νερό.
Πολλά γνωστά είδη όπως ο λευκός καρχαρίας, ο καρχαρίας τίγρης, ο γλαυκοκαρχαρίας, ο καρχαρίας μάκο και ο σφυροκέφαλος είναι κορυφαίοι κυνηγοί. Ωστόσο, παρά το θαυμασμό που προκαλούν στον άνθρωπο, συχνά κινδυνεύουν από δραστηριότητές του, όπως η αλιεία.
Πολλά γνωστά είδη όπως ο λευκός καρχαρίας, ο καρχαρίας τίγρης, ο γλαυκοκαρχαρίας, ο καρχαρίας μάκο και ο σφυροκέφαλος είναι κορυφαίοι κυνηγοί. Ωστόσο, παρά το θαυμασμό που προκαλούν στον άνθρωπο, συχνά κινδυνεύουν από δραστηριότητές του, όπως η αλιεία.
Φώκιες
Παρά το γεγονός ότι όλα τα πτερυγιόποδα, θηλαστικά προσαρμοσμένα πολύ στη ζωή στο νερό, μπορούν να ονομαστούν φώκιες, οι αληθινές φώκιες, γνωστές αλλιώς και σαν άωτες, ανήκουν, αποκλειστικά, στην οικογένεια των φωκιδών. Οι φώκιες δεν έχουν εξωτερικά αυτιά. Δεν μπορούν επίσης να κατευθύνουν τα πίσω πτερύγιά τους προς τα εμπρός, κάτω από το σώμα τους και το τρίχωμά τους αποτελείται κυρίως από μεγάλες τρίχες. Η ταξινόμηση των ζώων που ανήκουν στις γνήσιες φώκιες, συμπίπτει σχεδόν με τη φυσική τους διαίρεση σε φώκιες του βορείου και του νοτίου ημισφαίριου. Η οικογένεια των "Φωκιδών" διαιρείται σε δύο υποοικογένειες: στις Φωκίνες και στις Μοναχίνες.
Οι Φωκίνες, περιλαμβάνουν φώκιες του βορείου ημισφαιρίου, όπως τον «Ερύγναθο τον Γενειοφόρο», τη φώκια την «Κυστοφόρο» και τον «Αλίκερω». Επίσης τη φώκια την «Κοινή», τη φώκια της «Κασπίας», τη φώκια της «Βαϊκάλης», τη φώκια την «Παγόφιλο - τον γροιλανδικό» και πολλά άλλα είδη. Οι Μοναχίνες περιλαμβάνουν τη φώκια τη «μοναχή», τον «θαλάσσιο ελέφαντα», τη φώκη τη «Μακρόρρινο», τη φώκια του «Βέντελ», τη φώκια την «καρκινοφάγο», τη φώκια - «λεοπάρδαλη» και τη φώκια του «Ρος». Τα χαρακτηριστικά που ξεχωρίζουν τις δύο αυτές υποοικογένειες των μοναχινών και των φωκινών είναι μερικές λεπτομέρειες του κρανίου και του σκελετού μεταξύ των οποίων, μπορούν να αναφερθούν η σμικρυμένη σπονδυλική στήλη στην ωμοπλάτη και το πρώτο μετακάρπιο, που είναι αισθητά μακρύτερο από τα άλλα, και τα μικρότερα νύχια, στα πίσω πτερύγια των μοναχινών. Στις φωκίνες υπάρχει μια καλά αναπτυγμένη σπονδυλική στήλη στην ωμοπλάτη και τα μετακάρπια του 1ου και του 2ου δαχτύλου είναι σχεδόν του ίδιου μεγέθους.
Οι Φωκίνες, περιλαμβάνουν φώκιες του βορείου ημισφαιρίου, όπως τον «Ερύγναθο τον Γενειοφόρο», τη φώκια την «Κυστοφόρο» και τον «Αλίκερω». Επίσης τη φώκια την «Κοινή», τη φώκια της «Κασπίας», τη φώκια της «Βαϊκάλης», τη φώκια την «Παγόφιλο - τον γροιλανδικό» και πολλά άλλα είδη. Οι Μοναχίνες περιλαμβάνουν τη φώκια τη «μοναχή», τον «θαλάσσιο ελέφαντα», τη φώκη τη «Μακρόρρινο», τη φώκια του «Βέντελ», τη φώκια την «καρκινοφάγο», τη φώκια - «λεοπάρδαλη» και τη φώκια του «Ρος». Τα χαρακτηριστικά που ξεχωρίζουν τις δύο αυτές υποοικογένειες των μοναχινών και των φωκινών είναι μερικές λεπτομέρειες του κρανίου και του σκελετού μεταξύ των οποίων, μπορούν να αναφερθούν η σμικρυμένη σπονδυλική στήλη στην ωμοπλάτη και το πρώτο μετακάρπιο, που είναι αισθητά μακρύτερο από τα άλλα, και τα μικρότερα νύχια, στα πίσω πτερύγια των μοναχινών. Στις φωκίνες υπάρχει μια καλά αναπτυγμένη σπονδυλική στήλη στην ωμοπλάτη και τα μετακάρπια του 1ου και του 2ου δαχτύλου είναι σχεδόν του ίδιου μεγέθους.
Γλάρους
Γλάροι ονομάζονται διάφορα είδη στεγανοπόδων πτηνών, τα οποία κατατάσσονται στην οικογένεια των λαριδών. Ο γλάρος έχει σώμα ατρακτοειδές και φτερούγες πολύ μακριές και μυτερές. Τα πόδια του έχουν τέσσερα δάχτυλα το καθένα, από τα οποία τα τρία συνδέονται με νηκτική μεμβράνη. Παρόλο που έχει αρκετή αντοχή στο πέταγμα του, δεν είναι πολύ γρήγορος. Έχει την ικανότητα να επιπλέει πάνω στο νερό ενώ κολυμπά με ευκολία αλλά και κινείται γρήγορα στο έδαφος. Ζει συνήθως σε πολυάριθμες ομάδες κοντά στις θαλάσσιες ακτές, γιατί εκεί μπορεί να βρει πιο εύκολα τροφή. Οι γλάροι συχνάζουν συνήθως σε απομονωμένες και μικρές νησίδες. Οι αποικίες τους συνήθως αποτελούνται από 10 έως 65 ζευγάρια. Τρέφεται με κάθε είδος τροφής και για να την βρει ταξιδεύει μαζί με τα πλοία ή πετά πάνω από λιμάνια. "Κατοικεί" σε μικρές φωλιές που δημιουργεί στις σχισμές των παραθαλάσσιων βράχων ή στις αμμουδιές. Mερικά από τα πολυάριθμα είδη γλάρων είνα ο βασιλικός η αργυρόχρους γλάρος, ο τεφρόχρους και ο μελάγχρους γλάρος.